Ιταλοί ερευνητές καλλιέργησαν με επιτυχία μικροπράσινα (microgreens) με συγκεκριμένο διατροφικό προφίλ για την κάλυψη συγκεκριμένων ατομικών διατροφικών αναγκών. Η πρόοδος αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην προσαρμογή της φυτικής παραγωγής ώστε να ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες διατροφικές απαιτήσεις.
Με επικεφαλής τους Massimiliano D’Imperio και Francesco Serio από το Ινστιτούτο Επιστημών Παραγωγής Τροφίμων (ISPA) του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας (CNR) και τον Massimiliano Renna, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μπάρι Aldo Moro, η ερευνητική ομάδα ανέλαβε το έργο αυτό με κίνητρο το αυξανόμενο ενδιαφέρον για την εξατομικευμένη διατροφή.
Οι ερευνητές καλλιέργησαν ραπανάκια, μπιζέλια, ρόκα και σέσκουλα, δίνοντας έμφαση σε δύο βασικά θρεπτικά συστατικά: το ιώδιο και το κάλιο. Το ιώδιο είναι ζωτικής σημασίας για τη λειτουργία του θυρεοειδούς και η έλλειψή του επηρεάζει περίπου δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για μείωση της ημερήσιας πρόσληψης αλατιού και την προώθηση των χορτοφαγικών και vegan διαιτών, υπάρχει αυξανόμενη ανάγκη για εναλλακτικές πηγές ιωδίου. Η ομάδα καλλιέργησε με επιτυχία φυτά με έως και 14 φορές υψηλότερη περιεκτικότητα σε ιώδιο σε σχέση με τα συμβατικά μικροπράσινα.
Επιπλέον, καλλιέργησαν μικροπράσινα με 45% λιγότερο κάλιο, καλύπτοντας τις ανάγκες των ασθενών με χρόνια νεφρική νόσο, οι οποίοι πρέπει να περιορίσουν την πρόσληψη καλίου για να αποφύγουν επιπλοκές στην υγεία τους. Οι ερευνητές τόνισαν ότι οι συμβατικές μέθοδοι μείωσης του καλίου στα λαχανικά, όπως το μούλιασμα και το βράσιμο, είναι μόνο εν μέρει αποτελεσματικές και μπορεί να οδηγήσουν στην απώλεια άλλων σημαντικών θρεπτικών συστατικών.
«Στο πλαίσιο αυτό, η παραγωγή λαχανικών με χαμηλή περιεκτικότητα σε κάλιο θα μπορούσε να προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον», εξηγούν οι ερευνητές.
Η μελέτη διεξήχθη σε ένα αγρόκτημα μικροπράσινων φυτών στη νότια Ιταλία. Αυτό έχει καθοριστική σημασία και υποστηρίζει τη βιωσιμότητα της καλλιέργειας εξατομικευμένων μικρολαχανικών σε μεγάλη κλίμακα, διατηρώντας παράλληλα τη βέλτιστη αγρονομική απόδοση. Οι ερευνητές καλλιέργησαν υδροπονικά τα λαχανικά ενώ παράλληλα τους διοχέτευαν ένα θρεπτικό διάλυμα. Η μέθοδος αυτή θεωρείται φιλική προς το περιβάλλον και επιτρέπει τον βέλτιστο έλεγχο της ανάπτυξης των φυτών, την υψηλή παραγωγικότητα και την αποτελεσματική χρήση νερού και λιπασμάτων.
Η ερευνητική ομάδα επικεντρώνεται τώρα στη προσαρμογή των βιολογικών οδών των φυτών για την παραγωγή συγκεκριμένων ενώσεων.
«Η βασική ιδέα είναι να αξιοποιήσουμε την εις βάθος γνώση των μεταβολικών μονοπατιών των φυτών για να εντοπίσουμε τα σημεία-κλειδιά όπου είναι δυνατή η παρέμβαση για την αύξηση της παραγωγής των επιθυμητών μορίων», αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «Journal of Science of Food and Agriculture».