Τα Τείχη της Κωνσταντινούπολης και η άγνωστη ιστορία τους

TEIXOI

Advertisement

Η αμυντική θωράκιση της Κωνσταντινούπολης χάρη στην διπλή σειρά τειχών προστάτευσε την Βυζαντινή Αυτοκρατορία σε εκατοντάδες πολιορκίες διαμέσω των αιώνων, με αποτέλεσμα τα τείχη να αποκαλούνται και ως «θεοφύλακτα».

Η κατασκευή των χερσαίων τειχών ξεκίνησε το 408 (επί αυτοκρατορίας του Θεοδόσιου Β’, γι’ αυτό ονομάζονται και Θεοδοσιανά) υπό την επίβλεψη του επάρχου των πραιτωρίων της Ανατολής Ανθέμιου, ενώ μετά από ένα σεισμό επισκευάστηκαν και απέκτησαν την τελική τους μορφή το 447.

Από την εποχή που ο επώνυμος Μεγαρέας ιδρυτής της πόλης του Βυζαντίου, ο Βύζας, έφτασε στη περιοχή το 667 π.Χ., διέκρινε τη στρατηγική σημασία της τοποθεσίας, καθώς και την ευκολία που παρείχε στην άμυνα, καθώς περικυκλωνόταν από τη θάλασσα σε τρεις πλευρές.

Συγκεκριμένα βρεχόταν από τον Κεράτιο κόλπο από το βορρά, από το Βόσπορο στα ανατολικά και από τη Θάλασσα του Μαρμαρά στο νότο ενώ επικοινωνεί με τη ξηρά από τα δυτικά προς τη θρακική πεδιάδα.

Προς την πλευρά της Θράκης λοιπόν χτίστηκε το πρώτο τείχος της πόλης. Τα τείχη του Βυζαντίου ήταν σαφώς μικρότερα των επόμενων που θα κτιστούν για την Κωνσταντινούπολη, καθώς και η ίδια η Βασιλεύουσα ήταν πολύ μεγαλύτερη. Τα τείχη επεκτάθηκαν πρώτα από τον Ρωμαίο Σεπτίμιο Σεβήρο και ύστερα από τον Κωνσταντίνο τον Μεγάλο και τελικά πήραν την τελική τους μορφή επί Θεοδοσίου.

Οι τρεις ισχυρές γραμμές άμυνας

Τα αρχικά τείχη είχαν μέγεθος 6 χιλιομέτρων. Η οχυρωματική γραμμή που έχτισε ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’, 1.500 μέτρα δυτικά του Κωνσταντίνειου τείχους, ένωσε την τειχισμένη περίμετρο της περιοχής των Βλαχερνών, από το βορρά, κάθετα προς το νότο με το άκρο των θαλάσσιων τειχών που βρισκόταν στη πλευρά της Προποντίδας.

Τα χερσαία τείχη είχαν μήκος 5.570 μέτρων και είχαν χτιστεί με σύνθετο τρόπο ως μια διπλή οχυρωματική γραμμή. Δηλαδή οι εισβολείς συναντούσαν πρώτα μια αμυντική τάφρο και ύστερα το έξω τείχος, γνωστό και ως μικρόν τείχος, ενώ εάν περνούσαν το πρώτο συναντούσαν το μεγαλύτερο έσω τείχος, γνωστό και ως μέγα τείχος ή κυρίως τείχος. Η τάφρος είχε βάθος 10 μέτρα και πλάτος 21 μέτρα και απείχε από το έξω τείχος 15 με 17 μέτρα.

Το έξω τείχος προστέθηκε στις επισκευές του 447 και είχε πάχος 2,5 μέτρα και ύψος 7 μέτρα χωρίς επάλξεις και 8 με 8,5 μέτρα με τις επάλξεις. Κάθε 50 μέτρα υψωνόντουσαν τετράγωνοι πύργοι ύψους περίπου 10 μέτρων ο καθένας. Κατασκευάστηκαν συνολικά 96 πύργοι.

Ανάμεσα στο έξω τείχος και το έσω τείχος υπήρχε περίβολος πλάτους 15 με 20 μέτρων.

Το έσω τείχος είχε πάχος 5 μέτρα και ύψος 10 μέτρα χωρίς τις επάλξεις ενώ με τις επάλξεις έφτανε τα 13 μέτρα. Ανά 60 με 70 μέτρα ορθώνονταν τετράγωνοι ή οκτάγωνοι πύργοι που έφταναν τα 19 μέτρα ύψους, συνολικά είχε 96 πύργους όπως το έξω τείχος, ενώ ανάμεσα σε δυο πύργους του έσω τείχους παρεμβάλλονταν ένας του έξω τείχους.

Κατά μήκος του χερσαίου τείχους υπήρχαν 10 πύλες, εναλλάξ μια πολιτική και μια στρατιωτική, ενώ υπήρχε και μια επίσημη για την είσοδο του Αυτοκράτορα. Αυτή η πύλη ήταν η λεγόμενη Χρυσή Πύλη, η πιο περίλαμπρη από όλες, στο σημείο όπου αργότερα χτίστηκε το οχυρό Επταπύργιο (τουρκικά Γιεντί Κουλέ). Οι υπόλοιπες πολιτικές πύλες ήταν οι πύλες του Αγίου Ρωμανού, του Ρηγίου ή Ρουσίου, της Σηλυβρίας (ή Ζωοδόχου Πηγής ή Μελαντιάδος), του Χαρισίου ή Πολυανδρίου, που μένανε ανοικτές όλο το πρωί μέχρι το μεσημέρι.

Οι στρατιωτικές πύλες οδηγούσαν μόνο στον περίβολο μεταξύ των τειχών, και ήταν αριθμημένες, από νότο προς βορρά: η Πύλη του Πρώτου ή αλλιώς Πύλη του Χριστού, η Πύλη του Δευτέρου, η Πύλη του Τρίτου, η Πύλη του Τέταρτου και η Πύλη του Πέμπτου. Επίσης, υπήρχαν κάποιες μικρότερες πύλες γνωστές ως πυλίδες που χρησίμευαν στους στρατιώτες, για να ανεβοκατεβαίνουν στα τείχη, στους αγγελιαφόρους ή τους μυστικούς καλεσμένους ή επισκέπτες του αυτοκράτορα και στους μοναχούς που τις χρησιμοποιούσαν για να πηγαινοέρχονται στα μοναστήρια. Μια από αυτές τις πυλίδες ήταν και η γνωστή, για το τραγικό ρόλο που διαδραμάτισε στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, Κερκόπορτα (ή όπως λεγόταν αλλιώς Ξυλόκερκος πόρτα), που σήμανε και την κατάλυση της υπερχιλιετούς Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετά από την πολιορκία σχεδόν 50 ημερών του οθωμανικού στρατού.

Τα τείχη στην θάλασσα ήταν μικρότερα αλλά ήταν χτισμένα ακριβώς δίπλα στη θάλασσα ώστε να μην μπορεί να αποβιβαστεί ο εχθρός εάν δοκίμαζε επίθεση από τη θάλασσα. Τα τείχη ήταν μονά σε όλο τους το μήκος, με εξαίρεση τη συνοικία του Πετρίου στον Κεράτιο. Τα τείχη είχαν πάχος 3 με 4 μέτρα ενώ το ύψος τους είχαν 10 μέτρα στον Κεράτιο κόλπο και 13 με 15 μέτρα στη Θάλασσα του Μαρμαρά. Και στα παράκτια τείχη υπήρχαν πύργοι, ύψους περίπου 13 με 15 μέτρων, αλλά ορθωνόντουσαν σε ακαθόριστα διαστήματα πάνω στα τείχη.

Οι πύλες του παράκτιου τείχους ήταν μικρότερες του χερσαίου τείχους και λειτουργούσαν κυρίως ως εμπορικές για τους εμπόρους και για εφοδιασμό για τα στρατεύματα μέσω της θαλάσσιας οδού. Για την ασφάλεια του Κερατίου κόλπου οι Βυζαντινοί έκλειναν το στόμιο του κόλπου με μια βαριά σιδερένια αλυσίδα που εκτεινόταν μέχρι τη συνοικία του Γαλατά.

Η ελλιπής οχύρωση των θαλασσίων τειχών σε σχέση με τα χερσαία επέτρεψε την κατάληψη τμημάτων τους κατά τη διάρκεια της Τέταρτης Σταυροφορίας που οδήγησε στην άλωση του 1204.

Advertisement

Δείτε επίσης

Advertisement

ADVERTISEMENT​

Advertisement

Advertisement